Μεταφυσικές Αναζητήσεις

Τα με­τα­φυ­σι­κά προ­βλή­μα­τα α­πα­σχο­λούν σχε­δόν ό­λους τους αν­θρώ­πους. Γι’ αυ­τό πα­ρου­σι­ά­ζε­ται αυ­τή η σει­ρά των κει­μέ­νων, μέ­σα α­πό τα ο­ποί­α θα δο­θούν με α­πλό και κα­τα­νο­η­τό τρό­πο, α­παν­τή­σεις σε ό­λα τα με­τα­φυ­σι­κά θέ­μα­τα και ε­ρω­τή­μα­τα. η Με­τα­φυ­σι­κή. Εί­ναι η άλ­λη πλευ­ρά της φυ­σι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας. Ό­πως έ­να νό­μι­σμα έ­χει δύ­ο ό­ψεις, έ­τσι υ­πάρ­χουν και δύ­ο υ­πο­στά­σεις ό­λων των πραγ­μά­των, η φυ­σι­κή και η με­τα­φυ­σι­κή.

26

Η διαδρομή της ψυχής μετά τον θάνατο

audio

      Α­πό τα προ­η­γού­με­να κεί­με­νά μας έ­χει γί­νει κα­τα­νο­η­τό, ό­τι ο θά­να­τος δεν εί­ναι το τέ­λος της αν­θρώ­πι­νης ον­τό­τη­τος, αλ­λά η α­παλ­λα­γή, ή μάλ­λον η α­πε­λευ­θέ­ρω­ση της ψυ­χής α­πό το υ­λι­κό της πε­ρί­βλη­μα (το σώ­μα). Ου­σι­α­στι­κά, λοι­πόν, δεν υ­πάρ­χει θά­να­τος, αλ­λά μό­νον αλ­λα­γή κα­τα­στά­σε­ως της ον­τό­τη­τος.

      Οι αρ­χαί­οι Έλ­λη­νες πί­στευ­αν ό­τι ο Ύ­πνος και ο Θά­να­τος εί­ναι α­δελ­φοί. Γι’ αυ­τό στην εκ­κλη­σι­α­στι­κή γλώσ­σα δεν λέ­γε­ται για κά­ποι­ον ό­τι «πέ­θα­νε», αλ­λά «κοι­μή­θη­κε». Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ό­μως, ο «ύ­πνος» αν­τι­στοι­χεί στη γή­ι­νη ζω­ή, ε­νώ ο θά­να­τος εί­ναι η έ­γερ­ση α­πό τον ύ­πνο. Ό­ταν κοι­μό­μα­στε και βλέ­που­με έ­να ό­νει­ρο, ζού­με τις κα­τα­στά­σεις του ο­νεί­ρου σαν να εί­ναι πραγ­μα­τι­κές. Με την α­φύ­πνι­ση, ε­ξα­φα­νί­ζον­ται οι ει­κό­νες του ο­νεί­ρου και βρι­σκό­μα­στε σε μια άλ­λη εν­τε­λώς δι­α­φο­ρε­τι­κή κα­τά­στα­ση. Κα­τά πα­ρό­μοι­ο τρό­πο, ζού­με τις κα­τα­στά­σεις της ζω­ής μας σαν πραγ­μα­τι­κές, ε­νώ ο θά­να­τος εί­ναι η α­φύ­πνι­ση α­πό τον ύ­πνο της γή­ι­νης ζω­ής και η με­τά­βα­ση στην εν­τε­λώς δι­α­φο­ρε­τι­κή κα­τά­στα­ση του Πνευ­μα­τι­κού κό­σμου.

      Με­τά τον θά­να­το, λοι­πόν, (ό­πως α­να­φέ­ρα­με στο προ­η­γού­με­νο κεί­με­νο) η ον­τό­τη­τα α­κο­λου­θεί την α­νερ­χό­με­νη λω­ρί­δα της Λε­ω­φό­ρου των ψυ­χών, δι­έρ­χε­ται το Φράγ­μα της Υ­περ­μνή­μης και κα­τα­λή­γει στο Κέν­τρο Δι­ερ­χο­μέ­νων.

      Η ά­νο­δος δεν πραγ­μα­το­ποι­εί­ται ά­με­σα, αλ­λά με­σο­λα­βεί έ­να δι­ά­στη­μα 40 η­με­ρών, κα­τά το ο­ποί­ο η ον­τό­τη­τα ε­πι­σκέ­πτε­ται δι­ά­φο­ρες πε­ρι­ο­χές της Γης, α­πο­χαι­ρε­τά τους οι­κεί­ους της, προ­σπα­θεί να συ­νη­θί­σει στη νέ­α κα­τά­στα­ση κ.λπ. Υ­πάρ­χουν ό­μως και με­ρι­κές ον­τό­τη­τες, οι ο­ποί­ες για δι­ά­φο­ρους λό­γους εί­ναι πο­λύ προ­σκολ­λη­μέ­νες στο υ­λι­κό πε­ρι­βάλ­λον και δεν ε­πι­θυ­μούν να α­νέλ­θουν. Αυ­τές πα­ρα­μέ­νουν για με­γά­λα δι­α­στή­μα­τα, μέ­χρι και πολ­λούς αι­ώ­νες, στους χώ­ρους ό­που έ­ζη­σαν και γί­νον­ται Πρό­σγεια πνεύ­μα­τα, εμ­φα­νι­ζό­με­να κά­πο­τε στους αν­θρώ­πους σαν φά­σμα­τα ή φαν­τά­σμα­τα. (Βλ. στο κεί­με­νο αρ. 21).

       Η ον­τό­τη­τα πα­ρα­μέ­νει για λί­γο δι­ά­στη­μα στο Κέν­τρο Δι­ερ­χο­μέ­νων μέ­χρι να συ­νη­θί­σει στην Ου­ρά­νια ζω­ή, και κα­τό­πιν πη­γαί­νει στο Κέν­τρο Λο­γο­δο­σί­ας. Ε­κεί α­πο­λο­γεί­ται για ό­σα δι­έ­πρα­ξε κα­τά την διά­ρκεια της γή­ι­νης ζω­ής της. Ό­μως δεν υ­πάρ­χουν δι­κα­στές ού­τε κρι­τές. Η α­πο­λο­γί­α της ον­τό­τη­τος γί­νε­ται α­πό την ί­δια την συ­νεί­δη­ση, η ο­ποί­α ε­λέγ­χει α­λάν­θα­στα και αυ­στη­ρό­τα­τα την ον­τό­τη­τα, α­πε­λευ­θε­ρω­μέ­νη α­πό την δέ­σμευ­ση του πνεύ­μα­τος στον γή­ι­νο κό­σμο. Δι­ό­τι η συ­νεί­δη­ση εί­ναι κα­θα­ρή ψυ­χι­κή λει­τουρ­γί­α, δη­λα­δή έ­χει θε­ϊ­κές δυ­νά­μεις και κα­τά την πα­ροι­μί­α «δεν α­νέ­χε­ται ού­τε μύ­γα στο σπα­θί της».

      Έ­να πο­λύ ση­μαν­τι­κό θέ­μα που πρέ­πει να γνω­ρί­ζου­με, εί­ναι ό­τι στον Πνευ­μα­τι­κό Κό­σμο υ­πάρ­χει το λε­γό­με­νο «Βι­βλί­ο του Ου­ρα­νού», ό­που κα­τα­γρά­φον­ται οι πρά­ξεις ό­λων των αν­θρώ­πων. Το πα­ρο­μοι­ά­ζου­με με μια παγ­κό­σμια κι­νη­μα­το­γρα­φι­κή μη­χα­νή, η ο­ποί­α κα­τα­γρά­φει τους πάν­τες. Ό­ταν λοι­πόν μια ον­τό­τη­τα με ισχυρό πνεύμα αρ­νεί­ται ό­τι δι­έ­πρα­ξε κά­ποι­ο α­δί­κη­μα, της πα­ρου­σιά­ζουν σαν «βίν­τε­ο» την σκη­νή του α­δι­κή­μα­τος, ο­πό­τε δεν μπο­ρεί πλέ­ον να ε­πι­μέ­νει στην άρ­νη­σή της. Έ­τσι υ­πο­τάσ­σε­ται στη ποι­νή που ε­πι­βά­λει η συ­νεί­δη­σή της.

      Εν τού­τοις υ­πάρ­χουν και ον­τό­τη­τες που έ­χουν πο­λύ ι­σχυ­ρό πνεύ­μα και δεν πα­ρα­δέ­χον­ται ε­π’ ου­δε­νί τα σφάλ­μα­τα ή α­μαρ­τή­μα­τά τους. Αυ­τές α­φή­νον­ται ε­λεύ­θε­ρες και γί­νον­ται ά­στα­τα πνεύ­μα­τα. Πε­ρι­πλα­νών­ται ά­σκο­πα μέ­χρι και αι­ώ­νες, μέ­χρις ό­του γί­νουν ρά­κη, ο­πό­τε α­πο­φα­σί­ζουν να εν­τα­χθούν στις θέ­σεις της τι­μω­ρί­ας τους.

      Στον Ου­ρά­νιο Κό­σμο δεν υ­φί­στα­ται η έν­νοι­α του χρό­νου. Για τις τι­μω­ρη­μέ­νες ψυ­χές, η κά­θε στιγ­μή τους φαί­νε­ται αι­ώ­νας, ε­νώ για τις α­γα­θές ψυ­χές οι αι­ώ­νες φαί­νον­ται σαν στιγ­μές. Αυ­τά εί­ναι με­ρι­κά α­πό τα μυ­στή­ρια των ψυ­χών.

 

Βιβλιογραφία:

Ο Πνευματισμός και ο Σύγχρονος Άνθρωπος  

www.dmakrygiannis.gr  

www.divinelight.org.gr