Εκδοθέντα Βιβλία

Η γνησιότητα των έργων του Διονυσίου Αρεοπαγίτη - 306 σελ.

Ὁ Δι­ο­νύ­σιος Ἀ­ρε­ο­πα­γί­της εἶ­ναι µί­α ἀ­πό τίς πιό ἀµ­φι­λε­γό­µε­νες προ­σω­πι­κό­τη­τες τῆς παγ­κόσµιας Ἱστο­ρί­ας. Τήν αἰ­τί­α γι’ αὐ­τό ἀ­πε­τέ­λε­σαν τά ἐ­π’ ὀ­νό­µα­τί του φε­ρό­µε­να συγ­γράµ­µα­τα, τά ὁ­ποῖ­α εἶ­χαν κα­τά και­ρούς δι­α­φο­ρε­τι­κή ἀν­τι­µε­τώ­πι­ση.

Ὁ Δι­ο­νύ­σιος προ­σῆλ­θε στόν Χρι­στι­α­νι­σµό µε­τά τήν ὁ­µι­λί­α τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου στόν Ἄ­ρει­ο Πά­γο. Ἡ πα­ρά­δο­ση τόν θέ­λει νά συ­νε­χί­ζει τήν ἀ­πο­στο­λι­κή του δρα­στη­ρι­ό­τη­τα µέ ἔν­θε­ο ζῆ­λο στίς πε­ρι­ο­χές τῆς Γαλ­λί­ας καί τῆς Γερ­µα­νί­ας, µέ­χρι τήν τε­λι­κή ἐγ­κα­τά­στα­σή του στήν πο­λί­χνη τῶν Πα­ρι­σί­ων, ὅ­που καί ὑ­πέ­στη µαρ­τυ­ρι­κό θά­να­το δι’ ἀ­πο­κε­φα­λι­σµοῦ.

Πα­ράλ­λη­λα µέ τό ἔρ­γο τῆς δι­α­φω­τί­σε­ως τῶν εὐ­ρω­πα­ϊ­κῶν λα­ῶν, συ­νέ­γρα­ψε δώ­δε­κα περίπου συγ­γράµ­µα­τα θε­ο­λο­γι­κοῦ πε­ρι­ε­χο­µέ­νου, ἐκ τῶν ὁ­ποί­ων σώ­ζον­ται τέσ­σε­ρα. Τά ἔρ­γα αὐ­τά, ἀ­να­φέρ­θη­καν δη­µό­σια γιά πρώ­τη φο­ρά σέ µιά δι­ά­σκε­ψη µε­τα­ξύ Ὀρ­θο­δό­ξων καί Μο­νο­φυ­σι­τῶν στήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη τό ἔ­τος 532. Ἔ­κτο­τε γνω­στο­ποι­ή­θη­καν εὐ­ρύ­τε­ρα τά πα­ρα­πά­νω τέσ­σε­ρα ἔρ­γα, πού σώ­ζον­ται µέ­χρι σή­µε­ρα.

Τήν ἐ­πο­χή ἐ­κεί­νη πού ἀ­πε­κα­λύ­φθη­σαν, ὑ­πῆρ­ξαν κά­ποι­ες ἀν­τι­δρά­σεις γιά τή γνη­σι­ό­τη­τά τους. Γρή­γο­ρα ὅ­µως οἱ ἀν­τι­δρά­σεις αὐ­τές ἐ­ξου­δε­τε­ρώ­θη­καν. Ἀ­πό τό­τε καί κα­θ’ ὅ­λη τή διά­ρκεια τῆς Βυ­ζαν­τι­νῆς ἐ­πο­χῆς, δέν ἐκ­φρά­στη­κε οὔ­τε ἡ πα­ρα­µι­κρή ἀµ­φι­σβή­τη­ση. 

Ὅ­λοι δέ οἱ Βυ­ζαν­τι­νοί θε­ο­λό­γοι, ἰ­δι­αί­τε­ρα οἱ µυ­στι­κοί καί οἱ ἡ­συ­χα­στές, κά­νουν συ­χνό­τα­τες ἀ­να­φο­ρές στόν Δι­ο­νύ­σιο καί στά ἔρ­γα του. Ἐξ ἴ­σου ση­µαν­τι­κή θέ­ση κα­τέ­λα­βε ὁ Δι­ο­νύ­σιος καί στήν ἀ­νά­πτυ­ξη τῆς θε­ο­λο­γί­ας τῆς Δύ­σε­ως.

Ἀ­πό τόν ΙΕ αἰώνα, ὅ­µως, ἄρ­χι­σαν νά δι­α­τυ­πώ­νον­ται στή Δύ­ση κά­ποι­ες νέ­ες ἀµφισβητήσεις γιά τή γνη­σι­ό­τη­τα τῶν Ἀ­ρε­ο­πα­γι­τι­κῶν συγ­γραµ­µά­των, οἱ ὁποῖες ἀ­πό τά µέ­σα τοῦ 19ου αἰώνα κα­τέ­λη­ξαν στήν ἐ­πι­κρά­τη­ση τῆς ἀντίθετης ἀ­πό­ψε­ως. Δηλαδή, ὅ­τι τά ἐ­π’ ὀ­νό­µα­τι τοῦ Δι­ο­νυ­σί­ου Ἀ­ρε­ο­πα­γί­του φε­ρό­µε­να συγ­γράµ­µα­τα δέν ἀ­νή­κουν σ’ αὐ­τόν, ἀλ­λά γρά­φτη­καν κα­τά τό δεύ­τε­ρο ἥ­µι­συ τοῦ Ε΄ αἰώνα, ἀ­πό ἕ­ναν ἄ­γνω­στο συγ­γρα­φέ­α, στόν ὁ­ποῖ­ο ἔ­δω­σαν τό συµ­βα­τι­κό ὄ­νο­µα Ψευ­δο-Δι­ο­νύ­σιος.

Ἡ ἀν­τί­φα­ση µε­τα­ξύ τῶν δύ­ο δι­α­µε­τρι­κά ἀν­τί­θε­των ἀπόψεων γιά τόν Δι­ο­νύ­σιο, δέν µπο­ρεῖ πα­ρά νά προ­βλη­µα­τί­σει σο­βα­ρά κά­θε σκε­πτό­µε­νο ἄν­θρω­πο. Δέν ἐ­ξη­γεῖ­ται πῶς µπο­ρεῖ νά εἶ­ναι το­πο­θε­τη­µέ­νος γιά δέ­κα του­λά­χι­στον αἰ­ῶ­νες στήν κο­ρυ­φή τῆς Χρι­στι­α­νι­κῆς µυ­στι­κῆς θε­ο­λο­γί­ας, καί κα­τό­πιν νά ἐκ­πί­πτει ἀ­πό τό ὑ­ψη­λό βά­θρο του, σάν ἀ­κού­σιος σφε­τε­ρι­στής µιᾶς δό­ξας πού δέν τοῦ ἀ­νῆ­κε.

Ἡ συ­στη­µα­τι­κή δι­ε­ρεύ­νη­ση ὅ­λων τῶν συ­να­φῶν θε­µά­των µᾶς ὁ­δή­γη­σε στή συγ­γρα­φή τοῦ πα­ρόν­τος βι­βλί­ου, τοῦ ὁ­ποί­ου κύ­ριο θέ­µα εἶ­ναι ἡ ἀ­πό­δει­ξη τῆς γνη­σι­ό­τη­τος τῶν Ἀ­ρε­ο­πα­γι­τι­κῶν συγ­γραµ­µά­των, δη­λα­δή ὅ­τι αὐ­τά γρά­φτη­καν πράγ­µα­τι ἀ­πό τόν Δι­ο­νύ­σιο Ἀ­ρε­ο­πα­γί­τη κα­τά τόν Α΄ αἰώνα.

Τό βι­βλί­ο χω­ρί­ζε­ται σέ τρί­α Κε­φά­λαι­α:

Στό Πρῶ­το Κε­φά­λαι­ο ἐ­ξε­τά­ζον­ται τά ὑ­πάρ­χον­τα βι­ο­γρα­φι­κά στοι­χεῖ­α γιά τόν Δι­ο­νύ­σιο Ἀ­ρε­ο­πα­γί­τη, µέ δι­α­χω­ρι­σµό τῶν ἐ­πί­ση­µων ἱ­στο­ρι­κῶν πη­γῶν ἀ­πό τά µαρ­τυ­ρο­λό­για. Ἰ­δι­αί­τε­ρη ση­µα­σί­α δί­δε­ται σέ δύ­ο γε­γο­νό­τα πού πε­ρι­γρά­φει ὁ ἴ­διος ὁ Δι­ο­νύ­σιος, ἤ­τοι τό σκό­τος κα­τά τή Σταύ­ρω­ση τοῦ Κυ­ρί­ου, πού τό πα­ρα­κο­λού­θη­σε εὑ­ρι­σκό­µε­νος στήν Ἡ­λι­ού­πο­λη τῆς Αἰ­γύ­πτου, κα­θώς καί ἡ µε­γα­λο­πρε­πής ἐµ­φά­νι­ση τοῦ Κυ­ρί­ου κα­τά τήν Κοί­µη­ση τῆς Θε­ο­τό­κου. Ἐ­ξε­τά­ζε­ται ἐ­πί­σης ἀ­να­λυ­τι­κά τό πε­ρι­ε­χό­µε­νο τῶν γνω­στῶν ἔρ­γων τοῦ Δι­ο­νύ­σιου, κα­θώς καί τῶν ἀ­γνώ­στων ἔρ­γων του, βά­σει τῶν ἀ­να­φο­ρῶν πού κά­νει ὁ ἴ­διος στά προ­η­γού­µε­να.

Στό Δεύ­τε­ρο Κε­φά­λαι­ο, τό ἐ­κτε­νέ­στε­ρο, πα­ρέ­χον­ται ὅ­λες οἱ ἀ­πο­δεί­ξεις γιά τή γνη­σι­ό­τη­τα τῶν ἔρ­γων τοῦ Δι­ο­νύ­σιου. Κα­τ’ ἀρ­χήν ἐ­κτί­θεν­ται τά στοι­χεῖ­α τῆς ἱ­στο­ρι­κῆς ἐ­ξε­λί­ξε­ως τοῦ θέ­µα­τος, ἀ­πό τήν ἀρ­χαί­α ἐ­πο­χή µέ­χρι σή­µε­ρα. Κα­τό­πιν ἀ­να­σκευ­ά­ζον­ται λε­πτο­µε­ρῶς, καί µέ πλή­ρη φι­λο­λο­γι­κή καί θε­ο­λο­γι­κή τε­κµη­ρί­ω­ση, ὅ­λα τά ἐ­πι­χει­ρή­µα­τα πού προ­βάλ­λον­ται ἐκ µέ­ρους τῶν ἀρ­νου­µέ­νων ἤ ἀµ­φι­σβη­τούν­των τή γνη­σι­ό­τη­τα τῶν ἔρ­γων. Καί τέ­λος προ­σά­γον­ται νέ­α συµ­πλη­ρω­µα­τι­κά στοι­χεῖ­α, πού ἐ­νι­σχύ­ουν καί ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νουν τίς θέ­σεις µας.

Στό Τρί­το Κε­φά­λαι­ο ἐ­ξε­τά­ζον­ται τά Λό­για. Ὁ Δι­ο­νύ­σιος ἀ­πο­κα­λεῖ «Λό­για» ὅ­λα τά κεί­µε­να τῆς Πα­λαι­ᾶς καί τῆς Και­νῆς Δι­α­θή­κης. Ὑ­πῆρ­χε ὅ­µως καί τό ἰ­δι­αί­τε­ρο «Βι­βλί­ο τῶν Λο­γί­ων», τό ὁ­ποῖ­ο κα­τά τούς εἰ­δι­κούς ἐ­ρευ­νη­τές ἀ­πε­τέ­λε­σε τήν κυ­ρι­ώ­τε­ρη πη­γή τῶν συ­νο­πτι­κῶν εὐ­αγ­γε­λί­ων. Στά Δι­ο­νυ­σια­κά ἔρ­γα ἀ­να­φέ­ρον­ται ἀρκετά «Λό­για», τά ὁ­ποῖ­α εἴ­τε δέν ὑ­πάρ­χουν κα­θό­λου στό ση­µε­ρι­νό κεί­µε­νο τῆς Και­νῆς Δι­α­θή­κης, εἴ­τε πα­ρου­σιά­ζουν ση­µαν­τι­κές δι­α­φο­ρές ἀ­πό τά ἀν­τί­στοι­χα ἐ­δά­φιά της.

  Ἡ γλωσ­σι­κή µορ­φή τοῦ βι­βλί­ου εἶ­ναι µι­κτή, ὀ­φει­λό­µε­νη ἀ­φε­νός στήν ἰ­δι­αι­τε­ρό­τη­τα τοῦ θέ­µα­τος καί ἀ­φε­τέ­ρου στά πολ­λά µε­τα­φρα­σµέ­να ἀρ­χαῖ­α χω­ρί­α, πού προ­σπα­θή­σα­µε νά ἀ­πο­δώ­σου­µε µέ ἀ­κρί­βεια τό νό­η­µά τους. Ὡς πρός τό θέ­µα αὐ­τό ζη­τᾶ­µε τήν κα­τα­νό­η­ση τῶν ἀ­να­γνω­στῶν.

 

Περιεχόμενα

Αποσπάσματα

Διαβάστε εδώ αποσπάσματα του βιβλίου