Μεταφυσικές Αναζητήσεις

      Στα κείμενα αυτά, ο συγγραφέας Δημήτριος Η. Μακρυγιάννης καταθέτει τις επιστημονικές και φιλοσοφικές απόψεις του για τα φυσικά ή μεταφυσικά ερωτήματα και προβλήματα, που αναδύονται σε κάθε σημαντική πρόοδο των επιστημών.

13

Οι ψυχές των ζώων

    Στο προ­η­γού­με­νο κεί­με­νό μας (αρ.12) α­σχο­λη­θή­κα­με με την ά­πο­ψη του συγ­γρα­φέ­α ε­νός βι­βλί­ου για τον Πνευ­μα­τι­σμό, ό­τι τα φυ­τά και τα δέν­τρα στε­ρούν­ται ψυ­χής. Ο ί­διος υ­πο­στη­ρί­ζει, ό­τι τα ζώ­α έ­χουν μεν ψυ­χή, αλ­λά οι ψυ­χές τους αυ­τές δεν εί­ναι υ­πο­στά­σεις πνευ­μα­τι­κές και δι­α­λύ­ον­ται με­τά τον θά­να­τό τους.

      Το ό­τι τα ζώ­α έ­χουν ψυ­χή, α­σφα­λώς α­πο­τε­λεί έ­να θε­τι­κό βή­μα στην α­νά­πτυ­ξη των α­πό­ψε­ων του συγ­γρα­φέ­α. Ό­μως, αυ­τή η ου­σι­α­στι­κή δι­α­φο­ρά τους α­πό τα φυ­τά, ο­φεί­λε­ται στο ό­τι «το χά­σμα με­τα­ξύ των ζώ­ων και του φυ­τι­κού εν γέ­νει Κό­σμου εί­ναι α­λη­θώς α­γε­φύ­ρω­τον».

      Κά­τι τέ­τοι­ο δεν μπο­ρεί να ι­σχύ­ει. Τό­σον οι φυ­τι­κοί ό­σον και οι ζω­ι­κοί ορ­γα­νι­σμοί κα­τα­τάσ­σον­ται σε μια συ­νε­χή κλί­μα­κα, α­πό τους α­πλού­στε­ρους προς τους πο­λυ­πλο­κό­τε­ρους. Τα ό­ρια με­τα­ξύ αυ­τών δεν εί­ναι σα­φή, δι­ό­τι υ­πάρ­χουν ορ­γα­νι­σμοί οι ο­ποί­οι δεν μπο­ρούν να θε­ω­ρη­θούν σα­φώς ως φυ­τά ή ως ζώ­α (τα λε­γό­με­να ζω­ό­φυ­τα). Συ­νε­πώς με­τα­ξύ των ζώ­ων και του φυ­τι­κού Κό­σμου δεν υ­πάρ­χει «α­γε­φύ­ρω­τον χά­σμα», αλ­λά μί­α ε­νια­ία και συ­νε­χής βι­ο­λο­γι­κή γραμ­μή. Έ­τσι, δεν εί­ναι δυ­να­τόν να δι­α­χω­ρι­στούν, με την υ­πό­θε­ση ό­τι τα μεν ζώ­α έ­χουν ψυ­χή, ε­νώ τα φυ­τά στε­ρούν­ται ψυ­χής.

      Η ε­νό­τη­τα και η συ­νέ­χεια της βι­ο­λο­γι­κής γραμ­μής ε­πι­βάλ­λει και την ε­νια­ία αν­τι­με­τώ­πι­ση του προ­βλή­μα­τος της ψυ­χής ό­λων των εμ­βί­ων όν­των. Έ­τσι ε­πα­νερ­χό­μα­στε στην αρ­χι­κή θέ­ση μας, ό­τι κά­θε ον  που μπο­ρεί να κι­νεί­ται αυ­το­τε­λώς, χω­ρίς την ε­πί­δρα­ση άλ­λης ε­ξω­τε­ρι­κής δυ­νά­με­ως, έ­χει μέ­σα του και το ι­δι­αί­τε­ρο μη υ­λι­κό στοι­χεί­ο, το ο­ποί­ο α­πο­κα­λεί­ται ψυ­χή.

      Για­τί ό­μως οι ψυ­χές των ζώ­ων να δι­α­λύ­ον­ται με­τά τον θά­να­τό τους; Ο συγ­γρα­φέ­ας προ­βάλ­λει ως ε­πι­χεί­ρη­μα το ό­τι τα ζώ­α δεν δι­α­θέ­τουν λο­γι­κή, ό­πως ο άν­θρω­πος, αλ­λά κα­τευ­θύ­νον­ται α­πό τα έν­στι­κτά τους. Και το έν­στι­κτο, ό­πως λέ­γει, εί­ναι «η υ­πό του Δη­μι­ουρ­γού δο­θεί­σα συν­τη­ρη­τι­κή και δι­αι­ω­νι­στι­κή των δύ­να­μις, ή άλ­λως, η ψυ­χή αυ­τών, η βο­η­θού­σα αυ­τά προς ε­πι­τέ­λε­σιν του προ­ο­ρι­σμού των και προ­φυ­λάσ­σου­σα αυ­τά του α­φα­νι­σμού». Τα έν­στι­κτα, λοι­πόν, «δεν α­πο­τε­λούν ει­μή ε­νερ­γεί­ας και πρά­ξεις τυ­φλάς, μη­χα­νι­κάς, α­λό­γους και α­συ­νει­δή­τους…».

      Προ­φα­νώς, το έν­στι­κτο δεν εί­ναι η ψυ­χή, αλ­λά αν­τι­στοι­χεί στο στοι­χεί­ο του πνεύ­μα­τος στον άν­θρω­πο. Ό­πως λοι­πόν στους αν­θρώ­πους, το πνεύ­μα εί­ναι δι­α­φο­ρε­τι­κό στοι­χεί­ο α­πό την ψυ­χή τους, έ­τσι και στα ζώ­α το έν­στι­κτο εί­ναι κά­τι δι­α­φο­ρε­τι­κό α­πό την ψυ­χή τους, α­σχέ­τως ε­άν λαμ­βά­νει α­πό αυ­τήν την δύ­να­μη να εκ­δη­λώ­νε­ται σε ό­λες τις εκ­δη­λώ­σεις της ζω­ής τους. Σε κα­μί­α πε­ρί­πτω­ση, λοι­πόν, δεν εί­ναι «πρά­ξεις μη­χα­νι­καί».

      Εν τού­τοις και τα ζώ­α δεν στε­ρούν­ται α­πό­λυ­τα α­πό την λο­γι­κή, αλ­λά έ­χουν και αυ­τά τις α­ρε­τές και τις κα­κί­ες τους, ό­πως και κά­ποι­α στοι­χει­ώ­δη λο­γι­κή λει­τουρ­γί­α, ώ­στε να αν­τι­λαμ­βά­νον­ται μέ­σα α­πό τις αι­σθή­σεις τους πολ­λά πράγ­μα­τα, τα ο­ποί­α δεν υ­πά­γον­ται στην λει­τουρ­γί­α των εν­στί­κτων. Εί­ναι γε­γο­νός, ε­πί­σης, ό­τι έ­χουν και συ­ναι­σθή­μα­τα έ­ναν­τι των άλ­λων ζώ­ων, αλ­λά και των αν­θρώ­πων. Ο κό­σμος τους κρύ­βει πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρα μυ­στι­κά, α­πό ό­σα γνω­ρί­ζουν οι ε­πι­στή­μο­νες.

      Ό­πως σε ό­λα τα όν­τα της Φύ­σε­ως, υ­πάρ­χει και στα ζώ­α ε­ξέ­λι­ξη, βρα­δεί­α μεν, αλ­λά στα­θε­ρή, η ο­ποί­α προ­χω­ρεί προς την ε­ξη­μέ­ρω­ση και τον ε­ξευ­γε­νι­σμό τους.

      Η θε­ϊ­κή φύ­ση των ψυ­χών των ζώ­ων έ­χει ως α­πο­τέ­λε­σμα να δι­α­τη­ρούν­ται αυ­το­τε­λείς με­τά τον θά­να­τό τους. Μά­λι­στα είναι πιθανό ό­τι στα α­νώ­τε­ρα των ζώ­ων ι­σχύ­ει και η με­τεν­σάρ­κω­ση, μέ­σα στα πλαί­σια του εί­δους των, δηλ. ε­πα­νέρ­χον­ται ως ζώ­α του ιδίου εί­δους.

      Συνεπώς, ό­πως έ­χου­με το­νί­σει, οι αν­θρώ­πι­νες ψυ­χές δεν με­τεν­σαρ­κώ­νον­ται σε ζώ­α, ού­τε τα ζώ­α γί­νον­ται άν­θρω­ποι. Στο ση­μεί­ο αυ­τό έ­χει δί­κιο ο συγ­γρα­φέ­ας λέ­γον­τας ό­τι «το χά­σμα με­τα­ξύ ό­λων των ζώ­ων και του αν­θρώ­που εί­ναι ε­πί­σης α­γε­φύ­ρω­τον». Τού­το ο­φεί­λε­ται α­κρι­βώς στην ι­δι­αι­τε­ρό­τη­τα των αν­θρώ­πι­νων ψυ­χών, οι ο­ποί­ες εμ­πε­ρι­έ­χουν και μια μι­κρή «α­πο­θή­κη» με τα μυ­στή­ρια της Θε­ό­τη­τος. Γι’ αυ­τό λέ­γε­ται ό­τι μό­νον ο άν­θρω­πος δη­μι­ουρ­γή­θη­κε «κα­τ’ ει­κό­να και ο­μοί­ω­ση του Θε­ού».

      Οι ψυ­χές ό­λων των εμ­βί­ων όν­των συ­νι­στούν την ε­νό­τη­τα της Θεί­ας Δη­μι­ουρ­γί­ας. Με­τά την ο­λο­κλή­ρω­ση του κύ­κλου του Υ­λι­κού Κό­σμου μας, ό­λες θα α­πο­τε­λέ­σουν τον ε­νια­ίο Πνευ­μα­τι­κό Κό­σμο, ως α­να­πό­σπα­στα μέ­λη του.

 

 

Βιβλιογραφία:

Ο Πνευματισμός και ο Σύγχρονος Άνθρωπος
www.dmakrygiannis.gr
www.divinelight.org.gr