Μεταφυσικές Αναζητήσεις

      Στα κείμενα αυτά, ο συγγραφέας Δημήτριος Η. Μακρυγιάννης καταθέτει τις επιστημονικές και φιλοσοφικές απόψεις του για τα φυσικά ή μεταφυσικά ερωτήματα και προβλήματα, που αναδύονται σε κάθε σημαντική πρόοδο των επιστημών.

21

Τα φάσματα ή φαντάσματα

      Οι εμ­φα­νί­σεις φα­σμά­των ή φαν­τα­σμά­των εί­ναι το γνω­στό­τε­ρο α­πό τα πνευ­μα­τι­στι­κά φαι­νό­με­να, αλ­λά και το πιο πα­ρε­ξη­γη­μέ­νο, δι­ό­τι οι εμ­φα­νί­σεις αυ­τές συν­δέ­ον­ται με λαν­θα­σμέ­νες αν­τι­λή­ψεις, κυ­ρί­ως έ­νε­κα του φό­βου που προ­κα­λεί η εμ­φά­νι­σή τους, σε συν­δυα­σμό με την ά­γνοι­α της πραγ­μα­τι­κό­τη­τος σχε­τι­κά με αυ­τά.

      Κα­τ’ αρ­χάς πρέ­πει να δι­ευ­κρι­νί­σου­με, ό­τι οι εμ­φα­νι­ζό­με­νες ον­τό­τη­τες δεν μπο­ρούν σε κα­μί­α πε­ρί­πτω­ση να βλά­ψουν έ­ναν άν­θρω­πο. Μό­νον α­πό τον υ­περ­βο­λι­κό φό­βο του μπο­ρεί να πά­θει κά­τι ο άν­θρω­πος που βλέ­πει ξαφ­νι­κά έ­να φάν­τα­σμα. Ε­άν κα­τορ­θώ­σει να δι­α­τη­ρή­σει την ψυ­χραι­μί­α του και να πα­ρα­μεί­νει ή­ρε­μος και α­πα­θής, τό­τε δεν πα­θαί­νει τί­πο­τε.

      Το δεύ­τε­ρο στοι­χεί­ο που πρέ­πει να γνω­ρί­ζου­με, εί­ναι ό­τι οι εμ­φα­νι­ζό­με­νες ον­τό­τη­τες εί­ναι πνεύ­μα­τα τα ο­ποί­α με­τά τον γή­ι­νο θά­να­το δεν κα­τόρ­θω­σαν να α­νυ­ψω­θούν στον Πνευ­μα­τι­κό Κό­σμο και έ­χουν πα­ρα­μεί­νει προ­σκολ­λη­μέ­να στο γή­ι­νο ε­πί­πε­δο. Γι’ αυ­τό α­πο­κα­λούν­ται πρό­σγεια πνεύ­μα­τα. Οι λό­γοι της πα­ρα­μο­νής τους στη Γη εί­ναι πολ­λοί, αλ­λά το κοι­νό χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό τους εί­ναι κά­ποι­α ε­σω­τε­ρι­κή α­νάγ­κη που προ­έρ­χε­ται εί­τε α­πό α­νι­κα­νο­ποί­η­τες ε­πι­θυ­μί­ες, εί­τε έ­ναν βί­αι­ο θά­να­το, εί­τε το αί­σθη­μα εκ­δί­κη­σης αυ­τών που τον α­δί­κη­σαν κ.λπ.

      Τα πνεύ­μα­τα αυ­τά συ­νή­θως πα­ρα­μέ­νουν στους χώ­ρους ό­που έ­ζη­σαν. Ε­πει­δή έ­χουν χα­μη­λή ε­ξέ­λι­ξη, οι δυ­νά­μεις τους εί­ναι α­σθε­νι­κές, και προ­κα­λούν μό­νον α­πλά φαι­νό­με­να, ό­πως χτύ­πους ή πε­ρί­ερ­γους ή­χους ή με­τα­κι­νή­σεις αν­τι­κει­μέ­νων κ.λπ. Πα­ρά την α­πλό­τη­τα των φαι­νο­μέ­νων, αυ­τά συν­δέ­ον­ται με την δει­σι­δαι­μο­νί­α των αν­θρώ­πων και θε­ω­ρούν τους χώ­ρους αυ­τούς «στοι­χει­ω­μέ­νους» και τους α­πο­φεύ­γουν.

      Στις πε­ρι­πτώ­σεις αυ­τές οι α­για­σμοί συ­νή­θως δεν έ­χουν κά­ποι­ο ου­σι­α­στι­κό α­πο­τέ­λε­σμα. Ο κυ­ρι­ό­τε­ρος τρό­πος για να στα­μα­τή­σουν τα φαι­νό­με­να εί­ναι να γί­νει γνω­στή η αι­τί­α που κρα­τά κα­θη­λω­μέ­νο στον χώ­ρο αυ­τόν το πνεύ­μα και να ι­κα­νο­ποι­η­θεί η ε­πι­θυ­μί­α του, ο­πό­τε α­νέρ­χε­ται στον Πνευ­μα­τι­κό Κό­σμο και δεν α­σχο­λεί­ται πλέ­ον με τα γή­ι­να.

      Θα α­να­φέ­ρου­με δύ­ο συγ­κε­κρι­μέ­να πα­ρα­δείγ­μα­τα, για να γί­νουν ό­λα αυ­τά πιο κα­τα­νο­η­τά.

      1) Στην αρ­χαί­α Α­θή­να υ­πήρ­χε μια με­γά­λη και ά­νε­τη οι­κί­α, αλ­λά στοι­χει­ω­μέ­νη, δι­ό­τι εμ­φα­νι­ζό­ταν συ­χνά το φά­σμα ενός γέ­ρον­τα ι­σχνού και γε­νει­ο­φό­ρου και α­κού­ον­το κρό­τοι α­λυ­σί­δων. Ο φι­λό­σο­φος Α­θη­νό­δω­ρος εγ­κα­τα­στά­θη­κε ε­κεί για να δι­α­πι­στώ­σει ο ί­διος τι συμ­βαί­νει. Τα με­σά­νυ­χτα εμ­φα­νί­στη­κε το φά­σμα του γέ­ρον­τα, που του έ­κα­νε νεύ­μα να τον α­κο­λου­θή­σει. Προ­χώ­ρη­σαν μα­ζί μέ­χρι την αυ­λή, ό­που σε ο­ρι­σμέ­νο ση­μεί­ο το φά­σμα ε­ξα­φα­νί­στη­κε.

      Την άλ­λη η­μέ­ρα έ­σκα­ψαν στο ση­μεί­ο ε­κεί­νο και βρέ­θη­κε σκε­λε­τός δε­μέ­νος με α­λυ­σί­δες. Έ­γι­νε η κα­θι­ε­ρω­μέ­νη ε­πί­ση­μη τα­φή και α­πό τό­τε τα φαι­νό­με­να στα­μά­τη­σαν.

      2) Κα­τά το έ­τος 1958 σε οι­κί­α των Α­θη­νών άρ­χι­σαν ξαφ­νι­κά να συμ­βαί­νουν πε­ρί­ερ­γα φαι­νό­με­να, δη­λα­δή έ­γι­νε στοι­χει­ω­μέ­νη. Με­τά α­πό δι­α­βου­λεύ­σεις πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε πνευ­μα­τι­στι­κή ε­πι­κοι­νω­νί­α εν­τός της οι­κί­ας, κα­τά την ο­ποί­α εμ­φα­νί­στη­κε ο πάπ­πος της ι­δι­ο­κτή­τριας και δή­λω­σε ό­τι στε­νο­χω­ρεί­ται πο­λύ δι­ό­τι δεν τη­ρή­θη­καν οι πα­ραγ­γε­λί­ες που εί­χε δώ­σει λί­γο πριν από τον θάνατό του, σχε­τι­κά με την δι­α­νο­μή της πε­ρι­ου­σί­ας του. Με­τά α­πό αυ­τό, έ­γι­νε δί­και­ος δι­α­κα­νο­νι­σμός των κλη­ρο­νο­μι­κών ζη­τη­μά­των με ό­λους τους συγ­γε­νείς και α­πό τό­τε τα φαι­νό­με­να δεν συ­νε­χί­στη­καν.

      Και στις δύ­ο αυ­τές πε­ρι­πτώ­σεις τα πνεύ­μα­τα πα­ρέ­με­ναν ως πρό­σγεια στο γή­ι­νο ε­πί­πε­δο, δι­ό­τι τα συγ­κρα­τού­σε η ι­δέ­α της α­δι­κί­ας εις βά­ρος τους. Ό­ταν αυ­τή α­πο­κα­τα­στά­θη­κε, τό­τε α­νυ­ψώ­θη­καν στον Ου­ρά­νιο κό­σμο.

      Ο­ρι­σμέ­να πνεύ­μα­τα εί­ναι δυ­να­τόν να πα­ρα­μέ­νουν ε­πί αι­ώ­νες στον ί­διο χώ­ρο ό­που έ­ζη­σαν. Στις πε­ρι­πτώ­σεις αυ­τές, ό­πως εί­πα­με, οι α­για­σμοί και οι ε­ξορ­κι­σμοί δεν έ­χουν α­ξι­ό­λο­γα α­πο­τε­λέ­σμα­τα, δι­ό­τι δεν πρό­κει­ται για Πο­νη­ρά πνεύ­μα­τα, αλ­λά για πνεύ­μα­τα χα­μη­λής ε­ξέ­λι­ξης, που μό­νον η η­θι­κή τους δι­καί­ω­ση μπο­ρεί να τα βο­η­θή­σει να α­νυ­ψω­θούν α­πό το υ­λι­κό πε­ρι­βάλ­λον τους.

      Οι εμ­φα­νί­σεις των φα­σμά­των γί­νον­ται με την α­πορ­ρό­φη­ση α­πό το πε­ρι­βάλ­λον μιας ει­δι­κής ου­σί­ας, η ο­ποί­α α­πο­κα­λεί­ται ε­κτό­πλα­σμα. Με αυ­τό θα α­σχο­λη­θού­με στο ε­πό­με­νο κεί­με­νο.

 

Βιβλιογραφία:

Ο Πνευματισμός και ο Σύγχρονος Άνθρωπος  
www.dmakrygiannis.gr 
www.divinelight.org.gr